βουλευτήριον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | βουλευτήριον | τὰ | βουλευτήριᾰ |
γενική | τοῦ | βουλευτηρίου | τῶν | βουλευτηρίων |
δοτική | τῷ | βουλευτηρίῳ | τοῖς | βουλευτηρίοις |
αιτιατική | τὸ | βουλευτήριον | τὰ | βουλευτήριᾰ |
κλητική ὦ! | βουλευτήριον | βουλευτήριᾰ | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βουλευτηρίω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | βουλευτηρίοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βουλευτήριον < βουλεύ(ομαι) + -τήριον [1]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βουλευτήριον, -ου ουδέτερο
- (πολιτική) το βουλευτήριο, ο τόπος που συνεδρίαζαν οι βουλευτές
- το σύνολο των βουλευτών
Συγγενικά[επεξεργασία]
- βουλευτήριος
- → και δείτε τη λέξη βουλή
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ s.v. «βουλή» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές[επεξεργασία]
- βουλευτήριον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τήριον (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Πολιτική (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)