διάτανος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- διάτανος < συμφυρμός των διά(βο)λος + (σα)ταν(άς) + -ος[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈðʝa.ta.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : διά‐τα‐νος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]διάτανος αρσενικό
- (προφορικό) ο διάβολος, σε εκφορά πιο ήπια
- ※ Δεν πέρασε πολλή ώρα κι ο Σεϊτάν Ιμπρήμης , ή κατά τους συντοπίτες του Διάτανος ή Διαβολοπροσκυνημένος , έλαβε το λόγο ανεβαίνοντας σε ψάθινο σκαμνί μπροστά στο παγωμένο ακροατήριο :... (Γιάννης Νέζης, Η Αφροδίτη στο Πασαλίκι του Ενεβάχτε, εκδ. Παρασκήνιο, σελ. 33, 1998)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διάτανος
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ διάτανος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας