εμφανέστατος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εμφανέστατος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]εμφανέστατος, -η, -ο
- (συγκριτικό) υπερθετικός βαθμός του εμφανής
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εμφανέστατος
|