ζωολογικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ζωολογικός < ζωολόγος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /zo.o.lo.ʝiˈkos/
Επίθετο[επεξεργασία]
ζωολογικός, -ή, -ό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζωολογικός