μεγαθερμίδα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /me.ɣa.θeɾˈmi.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐γα‐θερ‐μί‐δα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μεγαθερμίδα θηλυκό
- (φυσική) η ποσότητα θερμότητας που χρειάζεται ώστε η θερμοκρασία νερού βάρους ενός κιλού να αυξηθεί κατά έναν βαθμό Κελσίου
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεγαθερμίδα
|
Πηγές[επεξεργασία]
- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr