μεθυλικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεθυλικός η μεθυλική το μεθυλικό
      γενική του μεθυλικού της μεθυλικής του μεθυλικού
    αιτιατική τον μεθυλικό τη μεθυλική το μεθυλικό
     κλητική μεθυλικέ μεθυλική μεθυλικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεθυλικοί οι μεθυλικές τα μεθυλικά
      γενική των μεθυλικών των μεθυλικών των μεθυλικών
    αιτιατική τους μεθυλικούς τις μεθυλικές τα μεθυλικά
     κλητική μεθυλικοί μεθυλικές μεθυλικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεθυλικός < μεθύλιο + -ικός

Επίθετο[επεξεργασία]

μεθυλικός, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]