μεσόστρατος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεσόστρατος η μεσόστρατη το μεσόστρατο
      γενική του μεσόστρατου της μεσόστρατης του μεσόστρατου
    αιτιατική τον μεσόστρατο τη μεσόστρατη το μεσόστρατο
     κλητική μεσόστρατε μεσόστρατη μεσόστρατο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεσόστρατοι οι μεσόστρατες τα μεσόστρατα
      γενική των μεσόστρατων των μεσόστρατων των μεσόστρατων
    αιτιατική τους μεσόστρατους τις μεσόστρατες τα μεσόστρατα
     κλητική μεσόστρατοι μεσόστρατες μεσόστρατα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεσόστρατος < μεσαιωνική ελληνική μεσόστρατα + -ος < μέσος + στράτα < λατινική strata

Επίθετο[επεξεργασία]

μεσόστρατος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • μεσόστρατος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]