μπασταρδόπαιδο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μπασταρδόπαιδο < μπάσταρδος + -ο- + παιδί + -ο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπασταρδόπαιδο ουδέτερο
- (μειωτικό) άλλη μορφή του μπασταρδοπαίδι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπασταρδόπαιδο
|