νεοναζιστικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- νεοναζιστικός < νεοναζισμός
Επίθετο[επεξεργασία]
νεοναζιστικός, -ή, -ό
- σχετικός με το νεοναζισμό
νεοναζιστικός, -ή, -ό