νοτιοειρηνικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
νοτιοειρηνικός
- ο σχετικός με το Νότιο Ειρηνικό ωκεανό (έκταση, χώρες, νησιά, λιμένες, αεροδρόμια κ.λπ.)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
νοτιοειρηνικός
|