οπτικομετρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- οπτικομετρικός < οπτικομετρία + -ικός
Επίθετο[επεξεργασία]
οπτικομετρικός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
οπτικομετρικός
|