πίπας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | πίπας | οι | πίπες |
γενική | του | πίπα | των | πιπών |
αιτιατική | τον | πίπα | τους | πίπες |
κλητική | πίπα | πίπες | ||
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πίπας αρσενικό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πίπας
|
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
πίπας