παρασπαδίας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παρασπαδίας οι παρασπαδίες
      γενική του παρασπαδία των παρασπαδιών
    αιτιατική τον παρασπαδία τους παρασπαδίες
     κλητική παρασπαδία παρασπαδίες
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρασπαδίας < ελληνιστική κοινή παρασπάς[1] / παρασπάω[2] / παρασπῶ < αρχαία ελληνική παρά + σπάω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παρασπαδίας αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

  1. παρασπάς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
  2. παρασπάω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.