παρεντερικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παρεντερικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
παρεντερικός
- που δεν λαμβάνεται μέσω της πεπτικής διαδικασίας των εντέρων αλλά δίνεται ενέσιμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παρεντερικός
|