πλειομορφισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο πλειομορφισμός οι πλειομορφισμοί
      γενική του πλειομορφισμού των πλειομορφισμών
    αιτιατική τον πλειομορφισμό τους πλειομορφισμούς
     κλητική πλειομορφισμέ πλειομορφισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πλειομορφισμός < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική pleomorphism[1] < αρχαία ελληνική πλείων + μορφή

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πλειομορφισμός αρσενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. πλειομορφισμόςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)