πολυαναμενόμενος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυαναμενόμενος < → λείπει η ετυμολογία
Μετοχή[επεξεργασία]
πολυαναμενόμενος
- που αναμένεται να γίνει ή να πραγματοποιηθεί με μεγάλη αγωνία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυαναμενόμενος
|