πολυνοσηρότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πολυνοσηρότητα οι πολυνοσηρότητες
      γενική της πολυνοσηρότητας των πολυνοσηροτήτων
    αιτιατική την πολυνοσηρότητα τις πολυνοσηρότητες
     κλητική πολυνοσηρότητα πολυνοσηρότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πολυνοσηρότητα < πολυνοσηρός + -ότητα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multimorbidity)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /po.li.no.siˈro.ti.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πο‐λυ‐νο‐ση‐ρό‐τη‐τα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πολυνοσηρότητα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]