πολυσυγγραμμικότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυσυγγραμμικότητα < πολυ- + συγγραμμικότητα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multicollinearity)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυσυγγραμμικότητα θηλυκό
- (στατιστική) φαινόμενο στο οποίο δύο ή περισσότερες προγνωστικές μεταβλητές σε ένα πολλαπλό γραμμικό υπόδειγμα της παλινδρόμησης συσχετίζονται σε μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε οι εκτιμήσεις των συντελεστών να μπορούν να αλλάξουν ακανόνιστα ως απόκριση σε μικρές αλλαγές στο μοντέλο ή τα δεδομένα (εξαρτώνται γραμμικά)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Multicollinearity στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυσυγγραμμικότητα
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σάλπιγγα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πολυ- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Στατιστική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)