πρωιμότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾo.iˈmo.ti.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πρω‐ι‐μό‐τη‐τα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πρωιμότητα θηλυκό