ραδιογωνιομετρικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ραδιογωνιομετρικός η ραδιογωνιομετρική το ραδιογωνιομετρικό
      γενική του ραδιογωνιομετρικού της ραδιογωνιομετρικής του ραδιογωνιομετρικού
    αιτιατική τον ραδιογωνιομετρικό τη ραδιογωνιομετρική το ραδιογωνιομετρικό
     κλητική ραδιογωνιομετρικέ ραδιογωνιομετρική ραδιογωνιομετρικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ραδιογωνιομετρικοί οι ραδιογωνιομετρικές τα ραδιογωνιομετρικά
      γενική των ραδιογωνιομετρικών των ραδιογωνιομετρικών των ραδιογωνιομετρικών
    αιτιατική τους ραδιογωνιομετρικούς τις ραδιογωνιομετρικές τα ραδιογωνιομετρικά
     κλητική ραδιογωνιομετρικοί ραδιογωνιομετρικές ραδιογωνιομετρικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ραδιογωνιομετρικός < ραδιογωνιόμετρο

Επίθετο[επεξεργασία]

ραδιογωνιομετρικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]