σβωλάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σβωλάκι τα σβωλάκια
      γενική
    αιτιατική το σβωλάκι τα σβωλάκια
     κλητική σβωλάκι σβωλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σβωλάκι < σβώλος + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σβωλάκι ουδέτερο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]