τεταρτιάτικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
τεταρτιάτικος
- που αναφέρεται στην ημέρα της Τετάρτης
- ανήμερα της Τετάρτης
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τεταρτιάτικος
|