τράπεζα θεμάτων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τράπεζα θεμάτων | οι | τράπεζες θεμάτων |
γενική | της | τράπεζας θεμάτων | των | τραπεζών θεμάτων |
αιτιατική | την | τράπεζα θεμάτων | τις | τράπεζες θεμάτων |
κλητική | τράπεζα θεμάτων | τράπεζες θεμάτων | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
τράπεζα θεμάτων θηλυκό
- (νεολογισμός, εκπαίδευση) ψηφιακή βάση δεδομένων που περιλαμβάνει θέματα εξετάσεων για διάφορα μαθήματα του λυκείου
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τράπεζα θεμάτων
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση θηλυκών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Εκπαίδευση (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)