τροφικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | τροφικός | η | τροφική | το | τροφικό |
γενική | του | τροφικού | της | τροφικής | του | τροφικού |
αιτιατική | τον | τροφικό | την | τροφική | το | τροφικό |
κλητική | τροφικέ | τροφική | τροφικό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | τροφικοί | οι | τροφικές | τα | τροφικά |
γενική | των | τροφικών | των | τροφικών | των | τροφικών |
αιτιατική | τους | τροφικούς | τις | τροφικές | τα | τροφικά |
κλητική | τροφικοί | τροφικές | τροφικά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τροφικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
τροφικός