υποστασιακός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποστασιακός η υποστασιακή το υποστασιακό
      γενική του υποστασιακού της υποστασιακής του υποστασιακού
    αιτιατική τον υποστασιακό την υποστασιακή το υποστασιακό
     κλητική υποστασιακέ υποστασιακή υποστασιακό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποστασιακοί οι υποστασιακές τα υποστασιακά
      γενική των υποστασιακών των υποστασιακών των υποστασιακών
    αιτιατική τους υποστασιακούς τις υποστασιακές τα υποστασιακά
     κλητική υποστασιακοί υποστασιακές υποστασιακά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υποστασιακός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

υποστασιακός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]