φοροκαταιγίδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φοροκαταιγίδα οι φοροκαταιγίδες
      γενική της φοροκαταιγίδας των φοροκαταιγίδων
    αιτιατική τη φοροκαταιγίδα τις φοροκαταιγίδες
     κλητική φοροκαταιγίδα φοροκαταιγίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φοροκαταιγίδα < φόρ(ος) + -ο- + καταιγίδα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φοροκαταιγίδα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]