φρεατοτύμπανο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φρεατοτύμπανο | τα | φρεατοτύμπανα |
γενική | του | φρεατοτύμπανου & φρεατοτυμπάνου |
των | φρεατοτύμπανων & φρεατοτυμπάνων |
αιτιατική | το | φρεατοτύμπανο | τα | φρεατοτύμπανα |
κλητική | φρεατοτύμπανο | φρεατοτύμπανα | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φρεατοτύμπανο ουδέτερο
- το μαγκάνι, μάγκανο, βαρούλκο, η ειδική κατασκευή για να ανυψώνονται στην επιφάνεια τα προϊόντα ορύξεως (νερό, μετάλλευμα κ.α.)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φρεατοτύμπανο