φρεατοτύμπανο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φρεατοτύμπανο τα φρεατοτύμπανα
      γενική του φρεατοτύμπανου
φρεατοτυμπάνου
των φρεατοτύμπανων
φρεατοτυμπάνων
    αιτιατική το φρεατοτύμπανο τα φρεατοτύμπανα
     κλητική φρεατοτύμπανο φρεατοτύμπανα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φρεατοτύμπανο < φρεάτιο + τύμπανο (το τύμπανο με την έννοια του κυλίνδρου)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φρεατοτύμπανο ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]