χαβιαροαριστερά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | χαβιαροαριστερά | ||
γενική | της | χαβιαροαριστεράς | ||
αιτιατική | τη | χαβιαροαριστερά | ||
κλητική | χαβιαροαριστερά | |||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χαβιαροαριστερά < χαβιάρ(ι) + -ο- + αριστερά < (απόδοση) γαλλική Cauche caviar • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.vʝa.ɾo.a.ɾi.steˈɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐βια‐ρο‐α‐ρι‐στε‐ρά
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χαβιαροαριστερά θηλυκό
- υποτιμητικός όρος για το τμήμα της πολιτικής αριστεράς - ή της αυτοπροσδιοριζόμενης ως αριστεράς - που θεωρείται αποκομμένη από την καθημερινότητα του μέσου πολίτη, και ζει πολυτελώς ως ελίτ.
- ※ Ένα λαϊφστάιλ της αριστεράς [...] που κατέληξε ως χαβιαροαριστερά ή αριστερά των σαλονιών και των συμβούλων ή αλλιώς η αριστερά των δικαιωμάτων που δεν έχει καμία σχέση με την μεγάλη πλειοψηφία του λαού.(Μπούσμπουρας Δημήτρης, Υπήρχε και αριστερό «Κλικ», Άρδην-Ρήξη)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χαβιαροαριστερά
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' χωρίς κατάληξη '-ιά' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικές αποδόσεις από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)