Ὤγυγος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ὤγυγος οἱ Ὤγυγοι
      γενική τοῦ Ὠγύγου τῶν Ὠγύγων
      δοτική τῷ Ὠγύγ τοῖς Ὠγύγοις
    αιτιατική τὸν Ὤγυγον τοὺς Ὠγύγους
     κλητική ! Ὤγυγε Ὤγυγοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ὠγύγω
γεν-δοτ τοῖν  Ὠγύγοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ὤγυγος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ὤγυγος αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]