trulla
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- trulla < trua + κατάληξη υποκοριστικού -la (<-lus) < trabs < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *tr-b
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]trulla θηλυκό
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | trulla | trullae |
γενική | trullae | trullārum |
δοτική | trullae | trullīs |
αιτιατική | trullam | trullās |
κλητική | trulla | trullae |
αφαιρετική | trullā | trullīs |