Αγία Τράπεζα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ορθόδοξος ιερέας μπροστά στην Αγία Τράπεζα.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αγία Τράπεζα < → δείτε τις αρχαίες λέξεις ἅγιος (άγιος) και τράπεζα (τραπέζι) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

Αγία Τράπεζα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]