Βίλλια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Βίλια, Βύλλια

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Βίλλια
      γενική των Βιλλίων
    αιτιατική τα Βίλλια
     κλητική Βίλλια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βίλλια < → δείτε τη λέξη Βίλια

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈvi.ʎa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βίλ‐λια

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βίλλια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Περί αναγνωρίσεως των δήμων και κοινοτήτων του νομού Αττικής και Βοιωτίας, ΦΕΚ Α 262, 31 Αυγούστου 1912