τρέφω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
=={{-el-}}==
==={{ετυμολογία}}===
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία ελληνικά (grc)|τρέφω]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[#Αρχαία ελληνικά (grc)|τρέφω]]
==={{προφορά}}===
{{-προφ-}}
{{ΔΦΑ|ˈtɾɛ.fɔ}}
{{ΔΦΑ|ˈtɾɛ.fɔ}}
{{-ρημ-|el}}
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}'''
# [[παρέχω]] σε κάποιον [[τροφή]], [[φαγητό]]
# [[παρέχω]] σε κάποιον [[τροφή]], [[φαγητό]]
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
# ''(για τραύμα / πληγή)'' [[επουλώνομαι]], [[κλείνω]]
# ''(για τραύμα / πληγή)'' [[επουλώνομαι]], [[κλείνω]]


===={{συγγενικά}}====
{{-συγγ-}}
* [[θρεπτικός]]
* [[θρεπτικός]]
* [[τροφή]]
* [[τροφή]]


===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|feed}}
* {{en}} : {{τ|en|feed}}

Αναθεώρηση της 01:22, 15 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τρέφω < αρχαία ελληνική τρέφω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

τρέφω

  1. παρέχω σε κάποιον τροφή, φαγητό
  2. παρέχω σε κάποιον τα μέσα για να ζήσει
  3. έχω, νιώθω
    τρέφω μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του
  4. αφήνω να αναπτυχθεί
    τρέφω μούσι
  5. εκτρέφω ζώα
  6. (για τραύμα / πληγή) επουλώνομαι, κλείνω

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «τρεφω'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'τρέφω'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «τρεφω».