φτιάχνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
|||
Γραμμή 28: | Γραμμή 28: | ||
* [[φτειάχνω]] |
* [[φτειάχνω]] |
||
* [[φτιάνω]] |
* [[φτιάνω]] |
||
* [[φτιασιδώνω]] |
|||
===={{παράγωγα}}==== |
===={{παράγωγα}}==== |
Αναθεώρηση της 18:37, 16 Ιουνίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- φτιάχνω < μεσαιωνική ελληνική φτειάνω < φθειάνω < εὐθειάζω < εὐθύς
Ρήμα
φτιάχνω
- κάνω, δημιουργώ ή κατασκευάζω κάτι
- τι να φτιάξω σήμερα για φαΐ;
- όταν είμαστε μικροί φτιάχναμε ξύλινα σπαθιά
- (κατ’ επέκταση) επιδιορθώνω ή μεταποιώ κάτι
- ακόμα δεν έφτιαξες την πόρτα να μην χτυπάει;
Εκφράσεις
- τα φτιάχνω (με κάποιον):
- συμφιλιώνομαι (με κάποιον)
- δημιουργώ δεσμό, ερωτική σχέση (με κάποιον)
- τι φτιάχνεις: (οικείο) τι κάνεις; πώς είσαι;
- φτιάχνω κάποιον:
- φέρνω κάποιον σε κατάσταση ευθυμίας ή ευφορίας (και ειρωνικά)
- (ειρωνικά) φέρνω κάποιον σε κατάσταση εκνευρισμού
- προκαλώ ερωτικά, διεγείρω ερωτικά κάποιον
Ταυτόσημο
Παράγωγα
Μεταφράσεις
φτιάχνω
|