Κούβελα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κούβελα < γενική ενικού του αρσενικού Κούβελας
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈku.ve.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κού‐βε‐λα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κούβελα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Κούβελα αρσενικό