αγαύη
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης
:
Αγαύη
Ελληνικά (el)
[
επεξεργασία
]
αγαύη
η αμερικάνικη
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
αγαύη
θηλυκό
(
βοτανική
) γένος μονοκοτυλήδονων
φυτών
, γνωστά και ως
αθάνατοι
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
αγαύη
αγγλικά
:
agave
(en)
βασκικά
:
agave
(eu)
γαλλικά
:
agave
(fr)
γερμανικά
:
agaven
(de)
ισπανικά
:
agave
(es)
ιταλικά
:
agave
(it)
λατινικά
:
agave
(la)
λιθουανικά
:
agava
(lt)
πολωνικά
:
agawa
(pl)
τουρκικά
:
agave
(tr)
Κατηγορίες
:
Ελληνική γλώσσα
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Βοτανική (νέα ελληνικά)
Κρυμμένη κατηγορία:
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες