αναφροδισία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αναφροδισία οι αναφροδισίες
      γενική της αναφροδισίας των αναφροδισιών
    αιτιατική την αναφροδισία τις αναφροδισίες
     κλητική αναφροδισία αναφροδισίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναφροδισία < αναφρόδιτος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αναφροδισία θηλυκό

  • (ιατρική) η έλλειψη γενετήσιας επιθυμίας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]