βιβάζω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βιβάζω < → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Ρήμα[επεξεργασία]
βιβάζω
[επεξεργασία]
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Για νεοελληνικά σύνθετα του αρχαίου βιβάζω → δείτε βάζω
Πηγές[επεξεργασία]
- «βιβάζω» - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- «βιβάζω» - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.