βιρτουόζα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βιρτουόζα οι βιρτουόζες
      γενική της βιρτουόζας
    αιτιατική τη βιρτουόζα τις βιρτουόζες
     κλητική βιρτουόζα βιρτουόζες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βιρτουόζα < βιρτουόζος + κατάληξη θηλυκού

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βιρτουόζα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]