δημοσία δαπάνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δημοσία δαπάνη < καθαρεύουσα δημοσίᾳ δαπάνῃ< δημοσίᾳ, δαπάνῃ στην αρχαία δοτική, θηλυκό < → δείτε τις λέξεις δημόσιος και δαπάνη

Έκφραση

[επεξεργασία]

δημοσία δαπάνη

  • με δαπάνες που καταβάλλει το δημόσιο, το κράτος
    ※  Στο υπουργείο Πολιτισμού επιστρέφει η οικογένεια του Μιχάλη Κακογιάννη τα χρήματα της δημοσία δαπάνη κηδείας του, αποδεχόμενη ωστόσο την τιμή. (* εφημερίδα ΤοΒήμα)
     αντώνυμα: ιδία δαπάνη

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]