επί του προκειμένου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επί του προκειμένου < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα ἐπὶ τοῦ προκειμένου → δείτε τις λέξεις επί, ἐπί και προκείμενος < πρόκειμαι

Έκφραση[επεξεργασία]

επί του προκειμένου

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]