θέτω επί τάπητος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- θέτω επί (του) τάπητος < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα θέτω ἐπὶ (τοῦ) τάπητος → δείτε τις λέξεις επί, ἐπί και τάπητας/τάπης (χαλί)
Έκφραση
[επεξεργασία]θέτω επί (του) τάπητος
- (λόγιο) (για ένα θέμα) το φέρνω προς οριστική συζήτηση, ώστε να επιλυθεί αμέσως
- ⮡ Το θέμα τέθηκε επί τάπητος.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] θέτω επί τάπητος
|
Πηγές
[επεξεργασία]- τάπητας - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- τάπητας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τάπητας - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012