καταντώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: καταντῶ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καταντώ < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική καταντῶ (: φθάνω, καταλήγω) → και δείτε τη λέξη καταντάω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.tanˈdo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐τα‐ντώ

Ρήμα[επεξεργασία]

καταντώ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]