ματαγυρίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ματαγυρίζω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ματαγυρίζω < ματα- + γυρίζω < μεταγυρίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ματαγυρίζω, αόρ.: ματαγύρισα (χωρίς παθητική φωνή)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ματαγυρίζω < μεταγυρίζω, με ματα- + γυρίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ματαγυρίζω