παραμυθιάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παραμυθιάζω < παραμύθι + -ιάζω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pa.ɾa.miˈθça.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πα‐ρα‐μυ‐θιά‐ζω

παραμυθιάζω (παθητική φωνή: παραμυθιάζομαι)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]