παρασκευάζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρασκευάζομαι < παθητική φωνή του ρήματος παρασκευάζω

Ρήμα[επεξεργασία]

παρασκευάζομαι

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]