προκαταρκτικές εξετάσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | προκαταρκτικές εξετάσεις | ||
γενική | των | προκαταρκτικών εξετάσεων | ||
αιτιατική | τις | προκαταρκτικές εξετάσεις | ||
κλητική | προκαταρκτικές εξετάσεις | |||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- προκαταρκτικές εξετάσεις < → δείτε τις λέξεις προκαταρκτικές και εξετάσεις
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]προκαταρκτικές εξετάσεις θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό (συντομογραφία: ΠΚΕ)
- (εκπαίδευση) σύνολο ειδικών εξετάσεων στην Ελλάδα για τους υποψήφιους σπουδαστές σχολών όπως οι στρατιωτικές, των σωμάτων ασφαλείας και του εμπορικού ναυτικού, που περιλαμβάνουν υγειονομικές εξετάσεις, ψυχοτεχνικά τεστ και αθλητικές δοκιμασίες
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] προκαταρκτικές εξετάσεις
|