τετραβάγγελο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τετραβάγγελο τα τετραβάγγελα
      γενική του τετραβάγγελου των τετραβάγγελων
    αιτιατική το τετραβάγγελο τα τετραβάγγελα
     κλητική τετραβάγγελο τετραβάγγελα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τετραβάγγελο < μεσαιωνική ελληνική τετραβάγγελον[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

τετραβάγγελο ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

  1. τετραβάγγελον - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)