τετραγωνίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

τετραγωνίζω < αρχαία ελληνική τετραγωνίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

τετραγωνίζω (παθητική φωνή: τετραγωνίζομαι)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]