τέσσερα
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τέσσερα < Από το αρχαίο τέσσαρα.
Προφορά[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
τέσσερα άκλιτο και τέσσαρα και τέσσερις αρσενικό ή θηλυκό
Γραφές[επεξεργασία]
- : 4
- ρωμαϊκά : IV
- ελληνικά : δ΄
- αραβικά : ٤/۴
- μπεγκάλι : ৪
- ντεβανάγκαρι : ४
- γκουτζαράτι : ૪
- γκουρμούχι : ੪
- μαλαγιάλαμ : ൪
- ορίγια : ୪
- ταμίλ : ௪
- τελούγκου : ౪
- θιβετιανά : ༤
- κινεζικά : 四
[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα : δεν έχεις ιδέα
- να έχεις τα μάτια σου τέσσερα / δεκατέσσερα : να προσέχεις πολύ
- στα τέσσερα : τροχάδην
- το μωρό πάει με τα τέσσερα : το μωρό πάει μπουσουλώντας
Δείτε επίσης [επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τέσσερα